«Είναι όλοι τους μαλάκες». Το έλεγε κάθε φορά που την πατούσε από τον
κάθε νεόφερτο βάτραχο με προοπτικές να γίνει πρίγκιπας. Η κατάληξη η
ίδια. Το σύμπαν γέμισε γυρίνους. Εκείνη τη φορά όμως το προαίσθημά της,
άλλα της έλεγε.. ή μήπως όχι και δεν ήθελε να το παραδεχτεί;
Η Αγγελική κόντευε τα τριανταπέντε κι από τη φύση της έδειχνε πάντα πιο ώριμη της ηλικίας της. Ίσως να ‘φταιγε και ο βεβαρυμένος τρόπος ζωής που ακολουθούσε τα τελευταία χρόνια. Το διαζύγιο της κόστισε πολύ σε όλους τους τομείς παρόλο που μέχρι τη στιγμή που βγήκε, πίστευε πως ήταν ο μόνος τρόπος διαφυγής από τη συναισθηματική φυλακή που, νόμισε πως, είχε κλειστεί.
……………………………………………………………
Άνοιξε τα μάτια της μετά από οκτώ ώρες ύπνου-λήθαργου και συνειδητοποίησε ότι και πάλι η μορφή του πετάριζε στα μάτια της. Είχε αρχίσει να συμβαίνει. Η αμοιβαιότητα δεν ήταν τόσο έντονη μα για κάθε του κίνηση προσπαθούσε να τον δικαιολογήσει δηλώνοντας πως «δεν λειτουργούν όλοι οι άνθρωποι το ίδιο». Γεγονός. Έκανε ένα γρήγορο ζάπινγκ και η εικόνα σταμάτησε, θαρρείς μηχανικά, σε μια ερωτική σκηνή. Το ερωτευμένο ζευγάρι της ιστορίας είχε καταλήξει σε βαμβακερά σεντόνια ανταλλάσσοντας βλέμματα και ανάσες που της θύμιζαν τα δικά τους.
Έρωτας. Ποιο λεξικό άραγε να μπορούσε να ερμηνεύσει τη λέξη;
Το προηγούμενο βράδυ το πέρασαν μαζί. Άλλο ένα αρρωστημένο από πάθος βράδυ. Ακόμη είχε τη μυρωδιά του στο κορμί της, ακόμη άκουγε την ανάσα του στο αυτί της. Όση ώρα εκείνος κοιμόταν, τον χάζευε και χαμογελούσε κάθε φορά που το σκεφτόταν. Είχε μάθει κάθε ρυτίδα του προσώπου του. Είχε αρχίσει να λατρεύει την κάθε τους κίνηση.
«Νυστάζεις;» τη ρώτησε την ώρα που έβγαζε την μπλούζα του. Το σώμα του ήταν καλοσχηματισμένο, και το δέρμα του είχε ένα απίθανο χρώμα που δεν μπορούσε να προσδιορίσει ενώ ήταν απαλό και λείο.
«Όχι, δεν νυστάζω» του απάντησε χαμηλώνοντας το βλέμμα της. Καθισμένη στο μονό κρεβάτι του με τα πόδια οκλαδόν κατέβαλε τεράστια προσπάθεια να πάρει τα μάτια της από πάνω του….
Η Αγγελική κόντευε τα τριανταπέντε κι από τη φύση της έδειχνε πάντα πιο ώριμη της ηλικίας της. Ίσως να ‘φταιγε και ο βεβαρυμένος τρόπος ζωής που ακολουθούσε τα τελευταία χρόνια. Το διαζύγιο της κόστισε πολύ σε όλους τους τομείς παρόλο που μέχρι τη στιγμή που βγήκε, πίστευε πως ήταν ο μόνος τρόπος διαφυγής από τη συναισθηματική φυλακή που, νόμισε πως, είχε κλειστεί.
……………………………………………………………
Άνοιξε τα μάτια της μετά από οκτώ ώρες ύπνου-λήθαργου και συνειδητοποίησε ότι και πάλι η μορφή του πετάριζε στα μάτια της. Είχε αρχίσει να συμβαίνει. Η αμοιβαιότητα δεν ήταν τόσο έντονη μα για κάθε του κίνηση προσπαθούσε να τον δικαιολογήσει δηλώνοντας πως «δεν λειτουργούν όλοι οι άνθρωποι το ίδιο». Γεγονός. Έκανε ένα γρήγορο ζάπινγκ και η εικόνα σταμάτησε, θαρρείς μηχανικά, σε μια ερωτική σκηνή. Το ερωτευμένο ζευγάρι της ιστορίας είχε καταλήξει σε βαμβακερά σεντόνια ανταλλάσσοντας βλέμματα και ανάσες που της θύμιζαν τα δικά τους.
Έρωτας. Ποιο λεξικό άραγε να μπορούσε να ερμηνεύσει τη λέξη;
Το προηγούμενο βράδυ το πέρασαν μαζί. Άλλο ένα αρρωστημένο από πάθος βράδυ. Ακόμη είχε τη μυρωδιά του στο κορμί της, ακόμη άκουγε την ανάσα του στο αυτί της. Όση ώρα εκείνος κοιμόταν, τον χάζευε και χαμογελούσε κάθε φορά που το σκεφτόταν. Είχε μάθει κάθε ρυτίδα του προσώπου του. Είχε αρχίσει να λατρεύει την κάθε τους κίνηση.
«Νυστάζεις;» τη ρώτησε την ώρα που έβγαζε την μπλούζα του. Το σώμα του ήταν καλοσχηματισμένο, και το δέρμα του είχε ένα απίθανο χρώμα που δεν μπορούσε να προσδιορίσει ενώ ήταν απαλό και λείο.
«Όχι, δεν νυστάζω» του απάντησε χαμηλώνοντας το βλέμμα της. Καθισμένη στο μονό κρεβάτι του με τα πόδια οκλαδόν κατέβαλε τεράστια προσπάθεια να πάρει τα μάτια της από πάνω του….
*η συνέχεια την επόμενη τρίτη 18 ιουνιου .
Σχόλια