Η ζαριά της ζωής
Νομίζω πως την φιγούρα της και το χαμόγελό της δεν θα τα
ξεχάσω ποτέ. Και για να στο λέω έχοντας δει τόσα πρόσωπα , αξίζει τον κόπο να
σου πω τι έγινε εκείνο το βράδυ. Ήταν Τρίτη και 13 και ο κόσμος είχε αρχίζει να
γεμίζει το μαγαζί και τα ποτήρια του.
Έρχεται και κάθεται στην γωνία του μπαρ ένα ζευγάρι περίπου
στα 40κάτι τους. Ήσυχοι, διακριτικοί παρήγγειλαν το ποτό τους. Μια περίεργη
γαλήνη κυριαρχούσε στο βλέμμα τους. Θα τολμούσα να το πω και ευτυχία, σπάνιο
στις εποχές μας.
«Σήμερα παντρευτήκαμε στο δημαρχείο οπότε σε λίγο που θα
έρθουν οι φίλοι μας, θα το γιορτάσουμε. Προς το παρόν γέμισε δύο ποτήρια λευκό
κρασί, το ένα με πολύ σόδα.» μου είπε εκείνη.
«Πόσο παράξενη είναι η ζωή και τα παιχνίδια της», συνέχισε.
«Εκεί που σκέφτεσαι να τα παρατήσεις
γιατί δεν υπάρχει κάτι να σε κρατήσει στη ζωή, σου πετά μια ζαριά η ζωή και στα
αλλάζει όλα. Είχα κάτι ενοχλήσεις στο στομάχι μου αλλά δεν έδινα σημασία. Μέχρι
που ο πόνος με λύγισε και με έστειλε στο νοσοκομείο. Ο γιατρός διέγνωσε καρκίνο
του τραχήλου και άμεση χειρουργική επέμβαση, γιοκ παιδιά. Ο μόνος που δεν έφυγε
από το πλευρό μου είναι ο καλός μου» και έκανε νόημα για το παλικάρι που είχε δίπλα
της. Τα μάτια της φώτισαν και εκείνος απλά και τρυφερά έβαλε το χέρι της το
ολόλευκο στο δικό του.
Κοίτα να δεις που θα συγκινηθώ σήμερα ο μπάρμαν και δε το
συνηθίζω.
«Εκεί που φεύγουν όλοι και κάνεις ξεσκαρταρίσματα στην ζωή
σου, λίγοι είναι οι γενναίοι που θα μείνουν. Μεγάλη υπόθεση η οικογένεια και οι
φίλοι, όσα είναι τα δάχτυλα του χεριού σου. Το δυσκολότερο είναι να μείνεις στα
ζόρια και το πιο εύκολο να εξαφανιστείς», συνέχισε να μου λέει και ήπιε μια
γουλιά από το κρασί της.
«Τα πράγματα δυσκόλεψαν πολύ, η ζαριά δεν ήταν και η
καλύτερη. Ατελείωτες βόλτες σε νοσοκομεία και εξετάσεις με το τσουβάλι. Ενώ άλλα
ζευγάρια βολτάριζαν ρομαντζάδα με φόντο το φεγγάρι και την θάλασσα, εμείς
δίναμε ραντεβού στα εξωτερικά ιατρεία στις 2 και στις 4 τα ξημερώματα
Δεν έφυγε ποτέ. Δεν παραπονέθηκε ποτέ παρόλο που προσπάθησα
να τον διώξω. Έτσι και αλλιώς τελειωμένη υπόθεση ήμουν. Ή έτσι αισθανόμουν μισή
γυναίκα πια και με το ένα πόδι στον τάφο, γιατί να παιδέψω κάποιον ; Αν σκέφτεσαι
να με ρωτήσεις αν φοβόμουν θα σου πω σαν τρελή ή σαν τον ενός έτους ανιψιό μου
όταν δεν έχει στο οπτικό του πεδίο τη
μάνα του. Φοβόμουν πως μένει από λύπηση. Δεν ήταν καλή η ζαριά μας.»
«Με απέλυσαν όταν πέρασε ο απαιτούμενος χρόνος από το νόμο,
μου έκαναν έξωση από το σπίτι, λογαριασμοί μου έμεινα απλήρωτοι. Δούλεψε σε 3
δουλειές για να καταφέρουμε να μείνουμε μαζί. Δεν παραπονέθηκε ποτέ. Δεν έφυγε
από κοντά μου. Δεν πίστευα πως υπάρχουν άνθρωποι. Είχα χάσει κάθε ελπίδα.
Σκεφτόμουν πως θα πεθάνω μόνη. Δεν ξέρω ίσως να ήταν η έκπληξη της χρονιάς ή το
τυχερό μου μέσα σε όλο αυτό το ζόρι. Μερικές φορές ξυπνάω το βράδυ και τον
κοιτάζω , φοβάμαι πως θα έχει εξαφανιστεί. Αλλά είναι εκεί και είναι δικός μου
. Είναι το τυχερό μου χαρτί σε ένα παιχνίδι της ζωής με δύσκολες ζαριές.»
Ακόμη θυμάμαι το φως της ηρεμίας και της ευτυχίας στα
πρόσωπα τους μέσα στο σκοτάδι του μαγαζιού. Μια φράση της συγκράτησα έως και
σήμερα , «είναι το τυχερό μου χαρτί».
Σχόλια